ΛΟΓΙΑ ΙΟΛΗΣ 1. Εν Αθήναις.. εν καιρώ «κρίσης»




Είναι κάποιοι χώροι στους οποίους η ανθρώπινη φιλοδοξία, ο ναρκισσισμός, ο υπέρμετρος ανταγωνισμός των ανθρώπων, η μισαλλοδοξία, η αδιαφορία για τον συνάνθρωπο, η οικονομική κρίση εκμηδενίζονται. Είναι κάποιοι χώροι που σε αναγκάζουν, είτε το θες είτε όχι, να ξεχάσεις τις καθημερινές ειδήσεις… σε αναγκάζουν να κοιτάξεις χαμηλά ή μάλλον… σε κάνουν λίγο ή πολύ πιο.. «άνθρωπο».
Περπατώντας σε ένα τέτοιο χώρο, στον διάδρομο δηλαδή ενός νοσοκομείου στην Αθήνα, το βλέμμα μου καρφώνεται στο
μαραζωμένο πρόσωπο μιας νεαρής κοπέλας. Με γρήγορα βήματα και σκυμμένο κεφάλι προχωρούσε  κλαίγοντας με αναφιλητά. Ο βηματισμός της ήταν τόσο γρήγορος που σου έδινε την αίσθηση ότι ήθελε μόνο να ξεφύγει…. Πόσος πόνος; Πόσος πόνος συσσωρευμένος σε ένα κτήριο..σ’ ένα άσπρο κτήριο…
Έφτασα στον θάλαμο..όροφος 5ος, δωμάτιο 08. Η μέρα σήμερα ήταν καλύτερη. Όχι πως οι μέρες στα νοσοκομεία έχουν την ίδια βαρύτητα με τις μέρες έξω από αυτά… Εδώ ο χρόνος έχει άλλη αίσθηση.. έχει μόνο ένα σκοπό… «να ζήσω για να βγω», και περνά βασανιστικά αργά και κάποιες φορές βασανιστικά γρήγορα…
Κάθισα στην καρέκλα διακριτικά ενώ η νοσοκόμα άλλαζε τον ασθενή στο δίπλα κρεβάτι. Από το παραβάν που χώριζε στα δύο το δωμάτιο το μόνο που μπορούσα να δω ήταν το κουρασμένο πρόσωπο της γυναίκας του νεαρού. Χθες είχαμε γνωριστεί. Είναι αυτές οι παράξενες γνωριμίες που διαρκούν λίγο αλλά σε στιγματίζουν για μια ζωή και μετά δεν είσαι ποτέ ο ίδιος. Ένα νεαρό ζευγάρι, παντρεμένοι με 2 παιδιά που τα τελευταία 15 χρόνια βασανίζονται από τη μάστιγα του καρκίνου. Ο Πέτρος μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία με την ελπίδα κάθε φορά να επιστρέψει να δει τα παιδιά του. Αυτό είπε όταν τον ρωτήσαμε …πώς μπορεί και αντέχει αυτόν τον γολγοθά ..
Κι όμως… κι όμως… αυτός ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να γελάει …έχει τη δύναμη να σε κοιτάει με ένα βλέμμα ήρεμο, τόσο προσιτό τόσο χαρούμενο που σου δίνει την αίσθηση πως την άλλη μέρα θα σηκωθεί και όλα θα είναι ένα παλιό ξεχασμένο κακόγουστο αστείο. Μα δεν πάει έτσι..δεν πήγαινε ποτέ έτσι ρε γ***** σ’ αυτήν τη ζωή..και ξέρεις γιατί.. Γιατί ο Πέτρος δεν ξέρεις αν θα σηκωθεί, γιατί κάθε βράδυ όταν κλείνουν τα φώτα ο Πέτρος σφαδάζει από τους πόνους. Γιατί κάθε μέρα που εσύ ξυπνάς να πας δουλειά ο Πέτρος «σβήνει» μια ακόμα μέρα... Γιατί ενώ εσύ παραπονιέσαι για το χαράτσι… ο Πέτρος συνηθίζει να ζει με τον πόνο και η γυναίκα του δαγκώνει τα χείλη και ψιθυρίζει «θα περάσει κι αυτό που θα πάει». Γιατί κάθε μέρα η κόρη του τον «ξεχνάει» πιο πολύ..ΓΙ’ ΑΥΤΟ..
Μια μέρα πριν φύγουμε από το νοσοκομείο ανταλλάξαμε τηλέφωνα.. Είπαμε να βρεθούμε τον Ιούλιο πάλι στην Αθήνα… έξω από νοσοκομεία… μακριά από τα κρύα δωμάτια. Ενώ τον αποχαιρετούσα, έσφιγγα το χέρι του και προσπαθούσα να κρατήσω τα δάκρυα από τα μάτια μου… Με βάραινε και με βαραίνει μια απορία… μια ΕΛΠΙΔΑ ίσως. Θα βγει; … Θα ξαναδούμε τον Πέτρο; Αυτός δεν ξέρει … αυτή δεν ξέρει …όμως λένε πως δεν μένει πολύς καιρός. Πώς είναι δυνατόν… Αυτό το πρόσωπο.. αυτό το χαμογελαστό πρόσωπο… πού είναι ο Θεός… γιατί δεν είναι «εκεί» ο Θεός.. γιατί;
Και τελικά πρέπει να περάσεις από αυτούς τους χώρους για να πεις «ευχαριστώ», πρέπει να κοιτάξεις πέρα από το «εγώ» για να νοιώσεις το «εμείς» και να γίνεις «άνθρωπος», πρέπει να δεις τον πόνο για να νοιώσεις τη χαρά και πρέπει να χάσεις ή να χαθείς για να βρεις ή να βρεθείς. Ι.Α.


Σχόλια